- προειληφα
- προείληφαpf. к προλαμβάνω См. προλαμβανω
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
προείληφα — προλαμβάνω take perf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προειλήφασι — προειλήφᾱσι , προλαμβάνω take perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προειλήφασιν — προειλήφᾱσιν , προλαμβάνω take perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)